“Υιέ μου, μη λησμονήσης ποτέ, ότι οι Έλληνες μόνον εις εαυτούς τους πρέπει να στηρίζωνται, όπως γίνωσιν ελεύθεροι”.
Τι Συνιστά Για Τους Έλληνες Ο Μύθος Του “Λυτρωτικού” Ναυαρίνου; Να Καταστήσει Τους Έλληνες Ένα “Ξεπεσμένο, Άψυχο Έθνος”, Συνεπώς, “Κατά Το Δυνατόν Ακίνδυνο”. Ποιος Είναι Ο Αποτρεπτικός Στόχος Του Μύθου; Να Αποβάλουν Δια Παντός Οι Έλληνες Το Μήνυμα Της Επανάστασης Μέσω Του Κολοκοτρώνη “Ό,Τι Κάμωμε Θα Το Κάμωμε Μοναχοί Μας Και Δεν Έχομε Ελπίδα Από Τους Ξένους”
Η κοινωνική αντίδραση που προκαλεί κάποιο ριζικά νέο ιστορικό πόρισμα εθνικής σημασίας, συνήθως διαμορφώνει ένα δίπολο, σύμφωνα με το οποίο οι δυνατές εκδοχές είναι δυο: η νέα και η παλιά. Μιλάμε βέβαια για ιστορικά ζητήματα τόσο κεντρικά, ώστε να γίνονται άμεσα αντιληπτά από την πλειοψηφία της κοινής γνώμης και τόσο σημαντικά, όσο το ζήτημα της πολιτισμικής ταυτότητας.
Σύμφωνα λοιπόν με ένα τέτοιο πρόσφατο “πόρισμα”, το 1821 οι Έλληνες δεν ξεσηκώνονται ως υπάρχων πολιτισμός, αλλά για να δηλώσουν έναν νέο πολιτισμό διαφοροποιημένο από τον υπάρχοντα. Οι Έλληνες επαναστατούν για να αποκτήσουν μια πολιτική ταυτότητα που κάποιοι, λίγοι, έχουν ήδη αποκρυσταλλώσει. Αυτό που μέχρι σήμερα μαθαίναμε στο σχολείο, ήταν, σύμφωνα πάντα με το πόρισμα, ένας αναγκαίος εθνικός μύθος. Η διατύπωση αυτή διαμόρφωσε δυο πόλους: τους υποστηρικτές της νέας άποψης (που προϋπήρχε ως θεωρία της ταξικής επανάστασης) και τους αρνητές της. Δηλαδή, ο δεύτερος πόλος περισσότερο δείχνει να προτιμά την παλιά άποψη ή να απορρίπτει τη νέα άποψη, παρά να δέχεται την παλιά ως πλήρη και επαρκώς στοιχειοθετημένη.
Επανερχόμενοι λοιπόν στο ζήτημα της Επανάστασης του 1821, την εξετάζουμε δια μέσου του ΣΚΑΪ, που με το δικό του “1821” μας έκανε ένα απρόσμενο δώρο: την αφορμή να δούμε το κομμάτι της παραδοσιακής ιστορίας που άφησε απείραχτο. Και να πώς δόθηκε η αφορμή: αφού έχουμε ήδη εξετάσει την υλοποίηση του ΣΚΑΪ στο “νέο”, “επιστημονικό” κομμάτι και ανεξάρτητα από το ότι στόχος του ήταν η πολιτική και όχι η ιστορία, κάνουμε έναν απλό συλλογισμό: γιατί μια προκατασκευασμένη ιστορία να αφορά μόνον στο νέο τμήμα και όχι στο όλον; Γιατί, με άλλα λόγια, να αφήσει ένα κομμάτι της παραδοσιακής ιστορίας ανέγγιχτο ο ΣΚΑΪ, αν αυτό συγκρουόταν με το νέο, που τόσο διαφήμισε ως τέτοιο;
Προφανώς και έχουν δίκιο όσοι εντοπίζουν την σκοπιμότητα της χρονικής στιγμής που εμφανίστηκε το “1821”, προφανώς και σωστά απορρίπτουν την δογματικώς δυτικολαγνική προσέγγιση του ΣΚΑΪ, όμως υπάρχει ανάγκη να απαντηθεί και το εξής: η παλιά, η “παραδοσιακή” (όπως συνηθίσαμε να τη λέμε) ιστορία ήταν αληθής ως προς τα βασικά της σημεία; Ήταν μη δυτικοκεντρική;
Πρώτη παρατήρηση: το κομμάτι εκείνο της παράδοσης που δεν σχετιζόταν με τα “νέα ερωτήματα“, ο ΣΚΑΪ δεν το άφησε τελείως ανέγγιχτο. Όπου μπορούσε, όπου έκρινε, προσπάθησε με μη πειστικό τρόπο, να διευρύνει το παραδοσιακό, προκειμένου να ισχυροποιήσει το νέο του τμήμα.
Ζώντας σήμερα στον αστερισμό της τρόικας και με αφορμή την επέτειο της ναυμαχίας του Ναυαρίνου, επιλέξαμε ως σημείο εκκίνησης το πολυτονισμένο γεγονός της 20-10-1827, όπου, σύμφωνα με την παράδοση, η Επανάσταση οδηγήθηκε από το χείλος της αβύσσου στην επιτυχία. Μιλάμε λοιπόν για την “ξένη βοήθεια” και ανάγκη είναι να δούμε πρώτα ποια ακριβώς ήταν αυτή η βοήθεια. Πώς ήταν δομημένη η τότε τρόικα Αγγλία-Γαλλία-Ρωσία; Ήταν τόσο ομοιογενής όσο η σημερινή; Πάμε λοιπόν στο “καταστατικό” της, πάμε στη Συνθήκη του Λονδίνου, στην οποία προβλεπόταν η διοικητική αυτονομία των Ελλήνων εντός του Οθωμανικού κράτους. Διαβάζοντας το κρίσιμο σημείο, βλέπουμε τη δυσκολία στη διατύπωση, βλέπουμε το κοινώς λεγόμενο: “πολλά λόγια για το τίποτα”.
…;the High Contracting Powers shall declare to either of the Contending Parties which may be disposed to continue hostilities, or to both of them, if necessary, that the said High Powers intend to exert all the means which circumstances may suggest to their prudence, for the purpose of obtaining the immediate effects of the Armistice of which they desire the execution, by preventing, as far as possible, all collision between the Contending Parties …; exert all their efforts to accomplish the object of such Armistice, without, however, taking any part in the hostilities between the Two Contending Parties.
Συνθήκη του Λονδίνου, 6-7-1827 – Πρόβλεψη ενεργειών για την περίπτωση μη επίτευξης της εκεχειρίας μεταξύ Ελλήνων – Πύλης
Σκιαγραφώντας το πλαίσιο της ναυμαχίας
“Εάν και εφόσον …;, στο μέτρο του δυνατού …;” σημαίνουν στην καθομιλουμένη οι διπλωματικές εκφράσεις που προέβλεπαν την συμμαχική αντίδραση στην περίπτωση που, είτε ο Έλληνας, είτε ο Τούρκος απέρριπτε την εκεχειρία που συμφώνησαν να επιβάλουν οι σύμμαχοι.
Όμως η ναυμαχία έγινε κι αυτό σημαίνει ότι η συνθήκη φαίνεται να μην τηρήθηκε, αφού καταλαβαίνουμε καλά ότι αν υπήρχε πρόθεση λήψης ουσιαστικών μέτρων εναντίον της Πύλης, άλλη θα ήταν η διατύπωση. Μήπως υπήρχε πρόθεση, αλλά δεν μπορούσε να διατυπωθεί; Μήπως η καθαρή διατύπωση θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου για την κατάρρευση του “μεγάλου ασθενή”; Και ποιος θα έχανε στην περίπτωση αυτή;
Όσο για την πρόβλεψη ότι οι σύμμαχοι δεν θα πάρουν μέρος σε εχθροπραξίες με το μέρος καμιάς πλευράς, αυτή δεν τηρήθηκε από την πλευρά της Ρωσίας, αν και ο ρωσοτουρκικός πόλεμος που ακολούθησε το Ναυαρίνο, έχει περισσότερους από έναν λόγους. Η μη τήρηση μιας συνθήκης αποτελεί σοβαρότατο θέμα της πολιτικής, ωστόσο δεν καταγράφονται κάποιες συμμαχικές αντιδράσεις, αντίστοιχες με όσα περίεργα συνέβησαν.
Η εκδοχή της “απρόοπτης εξέλιξης” για τη ναυμαχία είναι πολύ γνωστή. Πέρα όμως από το ότι αντιφάσκει με την παραδοσιακή, οφειλόμενη ευγνωμοσύνη από την Ελλάδα στις τρεις δυνάμεις, σημαντικό είναι, ότι δεν αντέχει και σε σοβαρή κριτική. Στην πραγματικότητα ο Codrington, εν όψει του χειμώνα που έρχεται και του κόστους ενός μακρόχρονου ναυτικού αποκλεισμού, οδηγεί τον συμμαχικό στόλο σε μια (ελεγχόμενη), βέβαιη σύγκρουση, φροντίζοντας να μην κάνει την αρχή, ώστε να μην κατηγορηθεί η Αγγλία για επιθετική ενέργεια.
Η “βέβαιη σύγκρουση” προκύπτει από την άκαμπτη στάση του Σουλτάνου και τη διάθεση της Βρετανίας να μην αφήσει περιθώρια χερσαίων στρατιωτικών ενεργειών της Ρωσίας εναντίον της Πύλης. Συνοπτικά: Οι επαφές των τριών ναυάρχων με τον Ιμπραήμ, η κωλυσιεργία και η “εξαφάνιση” του τελευταίου, οι αδιέξοδες επαφές των τριών πρέσβεων με τον Ρεϊζ εφέντη (υπουργό εξωτερικών) στην Κων/πολη, η ειδοποίηση του de Rigny προς τους Γάλλους αξιωματικούς του Ιμπραήμ να τον εγκαταλείψουν οδηγούν τελικά στην είσοδο όλων των συμμαχικών πλοίων μέσα στον κόλπο στις 20 Οκτωβρίου, κάτι που μόνον ως προσπάθεια / ελπίδα ειρηνικής εκδίωξης του Ιμπραήμ δεν μπορεί να ερμηνευτεί. Τα ιστορικά στοιχεία το επιβεβαιώνουν, ταυτόχρονα όμως δείχνουν και το πολύπλοκο του πράγματος. Κλειδί της ερμηνείας είναι το ανομοιόμορφο της συμμαχίας, όπου η τριμερής συμμαχία ήταν -ως προς την ουσία της- διμερής. Ας σκιαγραφήσουμε το τεράστιο αυτό θέμα.
Ποιοι είναι οι κύριοι παράγοντες που θα έπρεπε να λάβουμε υπόψη μας ώστε να σχηματισθεί καθαρότερα το κάδρο της ναυμαχίας;
- Το διακύβευμα της Επανάστασης του 1821 και το πολιτικό συμφέρον κάθε μιας από τις τρεις δυνάμεις
- Η πολιτική στάση κάθε μιας από τις τρεις δυνάμεις στα πρώτα πέντε χρόνια της Επανάστασης και οι συνθήκες που οδήγησαν τις τρεις δυνάμεις στην υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου
- Ο Φιλελληνισμός
- Το 2ο αγγλικό δάνειο και η εσωτερική κατάσταση
- Ο παράγοντας “Ιμπραήμ”
- Η “Αυτονομία” και η “Ανεξαρτησία” που ζυμώνονταν στο εσωτερικό και έπαιρναν πολιτική ύπαρξη στο εξωτερικό
1. “Αυτονομία” και “Ανεξαρτησία”
Ξεκινώντας από το τελευταίο, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε: η σημασία των λέξεων, συναισθηματικό μόνον περιεχόμενο έχει ως προς την ουσία του δημιουργηθέντος κράτους. Ενώ κανονικά είναι προφανής η υπεροχή της δεύτερης, ενώ η παραδοσιακή ιστορία ζητωκραυγάζει υπέρ της ανεξαρτησίας του 1830, τονίζοντας ότι αιτία αυτής είναι το Ναυαρίνο, ταυτόχρονα αφήνει ασχολίαστο το γεγονός ότι “νομικώς” το Ναυαρίνο προέκυψε από την Συνθήκη του Λονδίνου (1827), αυτή δε από το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης (1826). Και τα δυο διπλωματικά έγγραφα (μεταξύ τριών δυνάμεων το μεταγενέστερο, μεταξύ Ρωσίας-Βρετανίας το προγενέστερο) προέβλεπαν αυτονομία, δηλαδή φόρου υποτέλειας, αυτοδιοίκητη οντότητα και χωρίς συγκεκριμένα σύνορα.
“Ξέχασε” επίσης η παραδοσιακή ιστορία ότι το 1832 η συνθήκη της “ανεξαρτησίας” επιβάλλει στην Ελλάδα την εξαγορά τμήματος της Ρούμελης που της αφαιρέθηκε το 1830 από τα σύνορα της αυτονομίας του 1829.
Το σημαντικότερο είναι ότι η λεγόμενη “ανεξαρτησία”, μόνον ως τέτοια δεν απεδείχθη στην πράξη και βασική αιτία ήταν τα αλυσιδωτά εθνικά δάνεια. Από τα πρώτα 3 δάνεια, το ελληνικό κράτος φαίνεται να χρωστάει σε ιδιωτικές αγγλικές και γαλλικές τράπεζες. Είναι όμως τα πράγματα έτσι ακριβώς;
Τα δυο ληστρικά δάνεια του αγώνα (1824-25) συνεχίζονται με ένα ακόμα δάνειο, άκρως προβληματικό, τριμερούς-εγγύησης που συμπίπτει με την ανεξαρτησία (1833). Και ενώ το 1827, το ανύπαρκτο ακόμα κράτος τυπικά βρίσκεται σε κατάσταση πτώχευσης, το 1843 θα δημιουργηθεί εμπλοκή στην εκταμίευση της τρίτης δόσης του δανείου της ανεξαρτησίας, κάτι που θα οδηγήσει στην εξέλιξη, που έμεινε γνωστή ως “Συνταγματική Μοναρχία”.
Το 1845, η Βρετανία απειλεί να ενεργοποιήσει το άρθρο 12 της συνθήκης του 1832, σύμφωνα με το οποίο προβλεπόταν ότι “ο ηγεμών της Ελλάδος και το Ελληνικόν κράτος υποχρεούται να αφιερώσει προ παντός άλλου εξόδου εις την πληρωμήν των τόκων και του χρεωλυσίου του δανείου τας πρώτας εισπράξεις του δημοσίου ταμείου”, πράγμα το οποίο έγινε τελικά το 1859 (μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο).
Για να μην προχωρήσουμε στο 1893-97 και πιο πέρα, να σημειώσουμε μόνον, ότι όλες οι μεγάλες πολιτικές εξελίξεις στην “ανεξάρτητη” Ελλάδα έχουν στο παρασκήνιο κάποιο μείζον -αρνητικό πάντα- οικονομικό ζήτημα, τη στιγμή που στο προσκήνιο έχουμε μια “ελληνική επιτυχία”, οφειλόμενη στον αγγλογαλλικό συμμαχικό παράγοντα.
Η “συμμαχία” Άγγλων-Γάλλων που συγκροτείται άτυπα το 1826 προς εξουδετέρωση των Ρώσων, σηματοδοτεί τη μάχη καθορισμού των ποσοστών της πραγματικής εξουσίας μέσα στο ελληνικό κράτος. Αυτή η μάχη που είναι ορατή σε όλο τον 19ο και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα (οπότε συμβαίνει η πολιτική μεταβολή της Ρωσίας), έχει παραδόξως τις ρίζες της στο έτος 1825, το “έτος του Ιμπραήμ”, αλλά και το έτος που η έντονη γαλλική διείσδυση στον επαναστατημένο χώρο οδηγεί σε μιαν ακραία αγγλο-γαλλική διαμάχη ως προς το ποιος θα πάρει το χρίσμα του σπόνσορα της αντίστασης στον Ιμπραήμ, ουσιαστικά το τιμόνι του προαποφασισθέντος κράτους.
2. Ο παράγοντας “Ιμπραήμ”
Το 1825 η Επανάσταση μπαίνει σε νέα φάση που ορίζεται α) από την είσοδο μιας μη οθωμανικής δύναμης στον πόλεμο β) από την φανερή πλέον δραστηριοποίηση Ρωσίας και Αγγλίας υπέρ της Επανάστασης. Το πρώτο στοιχείο καθορίζει το δεύτερο ως εξής: Ο αραβικός στόλος που συγκεντρώνει ο πασάς της Αιγύπτου τυπικά ανήκει στην δικαιοδοσία του Σουλτάνου, ουσιαστικά όμως η Αίγυπτος βρίσκεται σε πορεία ανεξαρτητοποίησης, κάτι που θα επιβεβαιωθεί μετά το 1831, όταν ο Ιμπραήμ αποσπά από την Πύλη αραβικά εδάφη υπέρ της Αιγύπτου με τις ευλογίες των Άγγλων, οι οποίοι όμως δεν του επιτρέπουν να καταλύσει το Οθωμανικό κράτος.
Τον στρατό του Ιμπραήμ έχουν οργανώσει Γάλλοι, όχι μόνον σε μισθοφορική βάση, αλλά κινούμενοι από την γαλλική πολιτική που δρα αντίστοιχα με την αγγλική. Στην Αίγυπτο βρίσκονται ήδη οι Βρετανοί με τους οποίους οι Γάλλοι έχουν συγκρουστεί επί Ναπολέοντα.
Η διώρυγα του Σουέζ βρίσκεται ήδη στα χαρτιά, ο δρόμος προς την Ινδία είναι πάντα κρίσιμος, ενώ, από την άλλη πλευρά η Αίγυπτος διεκδικεί προγεφύρωμα στον Ελλαδικό χώρο για να το χρησιμοποιήσει αργότερα και εναντίον της Πύλης.
Η Ρωσία επιδεικνύει διάθεση πολιτικής απαγκίστρωσης από την συμμαχική ουδετερότητα του Λάυμπαχ (1821) σε προοπτική δυναμικής επέμβασης εναντίον των Τούρκων. Αυτή επιβεβαιώνεται με την άνοδο του τσάρου Νικόλαου (1826), πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι πολιτική ελληνικής αυτονομίας υπήρχε ήδη από τον τσάρο Αλέξανδρο (Πελοποννήσου-Στερεάς-Ηπείρου-Θεσσαλίας-Κρήτης και ειδικό καθεστώς στις Κυκλάδες). Η “ρωσική” αυτονομία δεν απορρίφθηκε μόνον από την ελληνική πλευρά, αλλά υπονομεύτηκε από την Αυστρία και τους άλλους συμμάχους (πρόκειται για την διάσκεψη της Πετρούπολης που έγινε κατά την περίοδο των ελληνικών εμφυλίων). Ο Ιμπραήμ φαίνεται να είναι ο καταλύτης και για την Ρωσική πλευρά. Είναι αυτός που επανακαθορίζει ή μάλλον “διαλύει” την Ιερά Συμμαχία.
3. Το 2ο δάνειο και η εσωτερική κατάσταση
Στις αρχές του 1825, η ελληνική διοίκηση έχοντας, χάρη στο 1ο δάνειο, τους πολιτικούς της αντιπάλους στη φυλακή, έχοντας διαβρώσει μέσω του δανείου την όποια εθνική ενότητα υπήρχε, αναθέτει στον Γκούρα να εξοντώσει τον Ανδρούτσο και βάζει μπροστά το 2ο δάνειο.
Η ελληνική διοίκηση αποτυγχάνει τρεις φορές να αντιμετωπίσει τον αποβιβασθέντα Ιμπραήμ και η καθυστερημένη αποφυλάκιση του Κολοκοτρώνη δεν συνοδεύεται από άμεσα αποτελέσματα. Δίπλα στον Άγγλο Hamilton στέκεται πλέον και ο Γάλλος de Rigny σε ρόλο στρατιωτικού συμμάχου – φάρου της επίσημης, φιλελληνικής γαλλικής πολιτικής. Ταυτόχρονα, ο στρατηγός Roche προπαγανδίζει ανοιχτά υπέρ της ανάδειξης στον ελληνικό θρόνο του δούκα του Νεμούρ και συλλέγονται υπογραφές, εις αντάλλαγμα της γαλλικής βοήθειας. Αυτό δημιουργεί τεράστια κινητικότητα, αλλά αντιφάσκει πλήρως με την γαλλική οργάνωση του στρατού του Ιμπραήμ, που εκπορεύεται από τον πρωθυπουργό Villθle. Οι Γάλλοι παίζουν φανερά σε δυο ταμπλό. Οι Άγγλοι είναι προσεκτικότεροι στο διπλό παιχνίδι και αποτελεσματικότεροι μέσω των δανείων.
Στο πλαίσιο της αγγλο-γαλλικής “σύρραξης” κατά το 1825 έχουμε και τη σφοδρή σύγκρουση Μαυροκορδάτου -Κωλέττη. Το 1826 ισορροπεί προσωρινά η έκρυθμη κατάσταση στην Πελοπόννησο, ωστόσο το Μεσολόγγι και το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης δεν αφήνουν περιθώρια ηρεμίας και η Εθνοσυνέλευση που ξεκίνησε, διαλύεται. Ο Γ. Κουντουριώτης θα πέσει υπό το βάρος των τραγικών εξελίξεων, ο Μαυροκορδάτος που στέκεται δίπλα του θα υποστεί πλήγμα και πρόεδρος στην κυβέρνηση θα βρεθεί ο Ανδρέας Ζαΐμης, ένας από αυτούς που καταδιώχθηκαν από τον Μαυροκορδάτο στον εμφύλιο. Αυτός πλέον θα εκφράζει (περισσότερο συγκρατημένα), την αγγλική πολιτική. Η ρωσική πολιτική καταγγέλλεται στο εσωτερικό ως “βοϊβοδισμός” (δηλαδή δημιουργία αυτόνομων ηγεμονιών τύπου Βλαχίας – Μολδαβίας) και συνδέεται με την απογοήτευση που προκάλεσε η πολυδιαδεδομένη – διαψευσμένη επίθεση των Ρώσων κατά των Τούρκων το 1821.
Από τον τρόπο που οι τρεις πολιτικές φτάνουν στα αυτιά του τρομοκρατημένου από τον Ιμπραήμ ελληνικού πληθυσμού, φαίνεται μια υπεροχή της αγγλικής, έναντι της γαλλικής και ρωσικής πολιτικής. Αντίστοιχη επικράτηση φαίνεται και στο επίπεδο των ελληνικών ηγεσιών. Ο Κολοκοτρώνης έχοντας γλυτώσει το θάνατο, συμπεριφέρεται περισσότερο πολιτικά από ποτέ.
Έτσι, έχουμε την απόβαση του Ιμπραήμ να ακολουθείται από δυο αιτήσεις προστασίας των Ελλήνων. Η πρώτη, γνωστότερη, απευθύνεται στην Βρετανία (μέσα του 1825), η δεύτερη στη Ρωσία (στα τέλη του 1826). Αξιοπερίεργο, αλλά όχι δυσερμήνευτο γεγονός είναι ότι κάποιες από τις υπογραφές που συνοδεύουν τις δυο αιτήσεις είναι κοινές (όπως του Κολοκοτρώνη). Σε ποια πλευρά ανήκει διαρκώς ο Κολοκοτρώνης είναι σαφές, αν και η παραδοσιακή ιστορία έκανε φιλότιμες προσπάθειες να το αμβλύνει. Άλλα, εξ ίσου αξιοπερίεργα εκ πρώτης όψεως: ο Μαυροκορδάτος δεν απορρίπτει και συζητά το θέμα της γαλλικής πολιτικής παρέμβασης, ο Δ. Υψηλάντης έχοντας υποστεί στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων επειδή κατέκρινε την αίτηση προς την Αγγλία, θα υπογράψει όπως είναι αναμενόμενο την αίτηση προς την Ρωσία, αν και λίγο νωρίτερα βρίσκεται κορυφαίος στο “γαλλικό στρατόπεδο”.
Τα καθυστερημένα ατμόπλοια, το μεγάλο κίνητρο σύναψης του 2ου δανείου, δεν θα παραδοθούν ούτε το 1826, ούτε μέχρι το Ναυαρίνο (κάποια δεν θα φτάσουν ποτέ). Εν τω μεταξύ, παρά την υπονόμευση από τον Μαυροκορδάτο, ο Καραϊσκάκης στα μέσα του 1826 αναλαμβάνει την στρατιωτική ηγεσία στη Ρούμελη, αναδεικνυόμενος μέσα και από την συγκρότηση “εθνικού στρατού” σε μεγάλη πολιτική προσωπικότητα. Αρχές του 1827, άπαντες γνωρίζουν ότι κατάληψη της Ακρόπολης από τον Κιουταχή σημαίνει περιορισμός των βόρειων συνόρων στον Ισθμό.
Η συμφωνία και η μυστική συνεργασία οπλαρχηγών και πολιτικών με κορυφαίους τον Κολοκοτρώνη και τον Καραϊσκάκη έχει στόχο να φέρει στη διοίκηση τον Καποδίστρια.
Αυτό θα γίνει εφικτό, αλλά εκεί θα καταγραφούν και τα αντίμετρα. Μετά την εκλογή του Καποδίστρια, ο Κουντουριώτης αποχωρεί χολωμένος με τον Κολοκοτρώνη, που τον είχε κάνει να πιστέψει ότι θα τον υποστήριζε για τη θέση του Κυβερνήτη, ο Καραϊσκάκης λείπει λόγω αρχιστρατηγίας από την Εθνοσυνέλευση, συνεπώς τα όρια συμμαχιών και ελιγμών ήταν περιορισμένα. Για να χρυσώσουν το καποδιστριακό χάπι και να τηρήσουν την ρωσο-αγγλική ισορροπία, ο Κολοκοτρώνης θα προτείνει και ο Καραϊσκάκης θα επικυρώσει την εκχώρηση της στρατιωτικής ηγεσίας στους Τσώρτς και Κόχραν. Η απόφαση ήταν μοιραία.
Οι δυο Βρετανοί μαζί με τον Γάλλο Φαβιέρο θα γίνουν αιτία να χαθεί ολοκληρωτικά η Ρούμελη και να αρχίσει εκεί ο αγώνας από την αρχή, όταν θα αφιχθεί ο Καποδίστριας. Θα αποδειχθεί έτσι, ότι η Βρετανία δεν αρκείται στην πολιτική των δανείων. Είναι αποτελεσματικότερη από τη Γαλλία και στους “πολιτικούς απεσταλμένους” που χρησιμοποιεί. Δάνεια και απεσταλμένοι εκπορεύονται από την πολιτική του Canning, όμως για την παραδοσιακή ιστορία τα δάνεια είναι ψιλά γράμματα, οι εμφύλιοι το ίδιο. Για την νέα εκδοχή της δυτικότροπης ιστορίας, τα δάνεια μένουν ως έχουν (πώς θα μπορούσε άλλωστε σήμερα να γίνει ο παραμικρός λόγος), όμως για τους εμφύλιους “βρέθηκαν” οι υπεύθυνοι: είναι οι Έλληνες, όλοι μαζί και μόνον αυτοί. Και μια διαδικαστική “λεπτομέρεια”: ο Κόχραν από τη στιγμή που εμφανίστηκε στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, αλλά και κάθε φορά που δεν γινόταν άμεσα ό,τι ζητούσε, απειλούσε να αποχωρήσει άμεσα.
4. Ο Φιλελληνισμός
Ο πολυεπίπεδος, μη κρατικός φιλελληνισμός αναπτύσσεται σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, αλλά και εκτός αυτής. Καθώς όμως το ελληνικό κράτος του 1833 προσδέθηκε στο αγγλο-γαλλικό άρμα, η παραδοσιακή ιστορία τονίζει τον “φιλελληνισμό” της αγγλικής και γαλλικής πολιτικής, επικεφαλής των οποίων, στο κρίσιμο διάστημα πριν το Ναυαρίνο βρίσκονταν ουσιαστικά ο Canning και ο Villθle, ασκώντας διπλοπρόσωπες εθνικές πολιτικές. Η παραδοσιακή ιστορία παραποιεί ακόμα και τα ονόματα των πολιτικών επιτροπών (κομιτάτων). Βαφτίζοντας για παράδειγμα το αγγλικό ως “φιλελληνικό”, τού αποδίδει έναν τίτλο που ούτε το ίδιο διεκδίκησε. Η παραδοσιακή ιστορία αποσιωπά το πρόσωπο της πολιτικής υποκρισίας και αναδεικνύοντας μόνον τα τζάμπα πολιτικά λόγια και το πραγματικό, ανθρωπιστικό / φιλελληνικό κλίμα της αστικής Ευρώπης, αφήνει να εννοηθεί ότι η παρέμβαση της αγγλο-γαλλικής πολιτικής επηρεάζεται ή οφείλεται στο κλίμα αυτό.
Δεν βλέπει η παραδοσιακή ιστορία τις τραγικές συνέπειες της δυτικής παρέμβασης (δάνεια, εμφύλιοι, Μεσολόγγι, Ακρόπολη Αθηνών, διώξεις κλεφταρματολών …), δεν βλέπει τι γίνεται σε Ρωσία, Ελβετία, Αμερική, βλέπει μόνον τα κανόνια του Κόντριγκτον, του Ντερινύ και του Χέυντεν, αλλά κι αυτά, παραμορφωμένα.
Αποκρύπτει επίσης το γεγονός ότι ο διχασμός της βρετανικής πολιτικής (Tories & Whigs) ως προς το ελληνικό ζήτημα, αφορά μόνον στο εσωτερικό της χώρας και όχι στην εξωτερική πολιτική. Έτσι, επιδιώκεται να δεχθεί η εγχώρια κοινή γνώμη την πολιτική του Canning ως “φιλελληνική”, κατατάσσοντας στις “ανθελληνικές”, τις πολιτικές του Castlereagh και του Wellington. Η ιστορία δείχνει και στην περίπτωση αυτή, ότι ευκολότερα αντιμετωπίζεται μια ευθεία πολιτική από μια διπρόσωπη, η οποία γίνεται τέτοια, στοχεύοντας στην επικράτησή της μέσα από το πλήθος που αδυνατεί να κατανοήσει την βαθύτερη στόχευση (βλ. και θέμα Byron).
Στις αρχές του 19ου αιώνα, το πολιτικό σύστημα καθοριζόταν από τεράστια οικονομικά συμφέροντα, όμοια με αυτά που σήμερα γνωρίζουμε. Και τα συμφέροντα αυτά, όχι μόνον κινούσαν τα νήματα πίσω από τους πολιτικούς, όχι μόνον διακρίσεις δεν έκαναν μεταξύ των πολιτικών, αλλά ευνοούσαν και μια φαινομενικά διττή πολιτική σκηνή, στη δίνη της οποίας το κάθε “Μεσολόγγι” μπορούσε να γίνει και αντικείμενο εξαργύρωσης ψήφων. Σημαντικό στοιχείο: για τον “φιλελληνισμό” της Αγγλικής και Γαλλικής Επιτροπής, ο Ελληνισμός ταυτίζεται με την αρχαιότητα, αποκλείεται με άλλα λόγια ο “ελληνικός χριστιανισμός” ή ορθότερα ο “οικουμενικός χριστιανισμός” της Νέας Ρώμης, γνωστός μέχρι σήμερα με τις δυο δυσφημιστικές ονομασίες που από τη Δύση τού δόθηκαν: “γραικικός” (δηλαδή αιρετικός, μη ρωμαϊκός) και “βυζαντινός” (δηλαδή παρακμιακός, μη ρωμαϊκός). Μόνο που αυτή η άποψη περί ελληνισμού βρίσκεται κρυμμένη πίσω από έναν δηλωμένο φιλοχριστιανικό στόχο, που, στην περίπτωση της Αγγλίας βασίζεται σε παλαιότερες ενώσεις υπερσυντηρητικών χριστιανών, οι οποίες στο 18ο αιώνα αναδείχθηκαν σε αντικληρικές ή αθεϊστικές οργανώσεις. Οι οργανώσεις αυτές έχουν ως στόχο-βιτρίνα τον κοινωνικό ωφελιμισμό, ουσιαστικά, στοχεύουν στην πολιτική ηθική, στον προσδιορισμό δηλαδή της ηθικής μέσω του πολιτικού νόμου. Στην άλλη όχθη, το όψιμο γαλλικό ενδιαφέρον και η παράδοση του ιακωβινισμού κάνουν τους στόχους του γαλλικού κομιτάτου περισσότερο ξεκάθαρους. Για τους Ρωμηούς ραγιάδες, ο ξεσηκωμός τους έχει συνειδητοποιηθεί ως Επανάσταση των Χριστιανών εναντίον των Μουσουλμάνων. Η δολιότητα του κρατικού δυτικού “φιλελληνισμού” είναι καταφανής.
5. Οι τρεις δυνάμεις πριν και μετά το 1826
Χιλιοειπωμένη είναι η άποψη ότι πρώτη από τις μεγάλες δυνάμεις η Αγγλία αλλάζει πολιτική υπέρ των Επαναστατών το 1823 και ότι αυτή οφείλεται στο πρόσωπο του Canning. Αφήνονται έτσι ανεξήγητα διάφορα θέματα: α) πώς συνέβη να οργανωθεί μια επανάσταση μέσα στο ρωσικό έδαφος και να “παραπλανηθεί” το 1821 ο Αλ. Υψηλάντης, ώστε να επικαλεστεί έμμεσα τη Ρωσία, να παραπλανηθεί ο Παπαφλέσας στην Πελοπόννησο και να διαδίδεται προφορικά και γραπτά ότι ήδη οι Ρώσοι βαδίζουν προς την Κωνσταντινούπολη, β) τι συμφωνήθηκε στο Λάυμπαχ (1821), γ) γιατί ο Σουλτάνος το 1821 δεν εμπιστεύονταν Αυστριακούς και Γάλλους, δ) τι πρότεινε ο Castlereagh για το ελληνικό ζήτημα λίγο πριν αυτοκτονήσει (1822), ε) τι γύρευαν o Martin-Leake, ο Byron, o Guilford στον ελλαδικό χώρο πολύ πριν το 1821, στ) τι σήμαινε για τους Έλληνες η πρόταση του τσάρου Αλέξανδρου για τις τρεις ηγεμονίες και γιατί αντέδρασαν Άγγλοι, Γάλλοι, Αυστριακοί (1824).
Το 1824 κορυφώνεται και ολοκληρώνεται ο ελληνικός εμφύλιος. Η έλευση του Ιμπραήμ το 1825 θέτει σε νέα βάση την περίφημη “Ιερά Συμμαχία” για την οποία δεν ξαναγίνεται λόγος στην Ιστορία. Στις αρχές του 1826 οι Άγγλοι στην κυριολεξία σπεύδουν στην Πετρούπολη, ξέροντας ότι η Ρωσική πολιτική δεν εξαρτάται πλέον από τους συμμάχους. Ο Canning θα θεωρήσει ήττα της πολιτικής του το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης και θα επιδιώξει να μετατρέψει το ένα – ένα σε δύο – ένα, βάζοντας και τους Γάλλους στο παιχνίδι. Από τη στιγμή αυτή έχουμε τριπλό πολιτικό ανταγωνισμό δυο κατευθύνσεων (Ρωσικό έναντι Αγγλικού και Γαλλικού), παρά τον συνεχιζόμενο αγγλο-γαλλικό ανταγωνισμό. Η Αυστρία παραμένει στην ίδια μονοπρόσωπη πολιτική, προτιμώντας όμως, από τις δυο διαφαινόμενες επιλογές, την αγγλογαλλική από τη ρωσική. Η υπογραφή της Συνθήκης του Λονδίνου περιέχει τη διατύπωση εκείνη που αποτέλεσε απώτατο όριο αποδοχής Άγγλων και Γάλλων. Δεν έπρεπε με κανένα τρόπο να φαίνεται, ούτε στο κρυφό άρθρο, η επίσημη ρήξη τους με την Πύλη, αφού έτσι, μόνον η Ρωσία θα κέρδιζε. Το ζήτημα αφορούσε τόσο την Αγγλία, λόγω της διαφορετικής τοποθέτησης των δυο κομμάτων στην εσωτερική πολιτική σκηνή, όσο και τη Γαλλία, τον διαχρονικό σύμμαχο των Οθωμανών που τότε ενδιαφερόταν να διεισδύσει στην Αίγυπτο.
Η Αγγλία θα δώσει έγκριση για χρήση βίας εναντίον του Ιμπραήμ, βλέποντας ότι δεν υπάρχει άλλη επιλογή και κάθε άλλη επιλογή είναι χειρότερη γι αυτήν. Ταυτόχρονα οργανώνει έτσι τα πράγματα ώστε να μπορεί να ισχυριστεί ότι η σύρραξη ήταν τυχαία και ανεξάρτητη από τη θέλησή της. Ο Codrington, για ευνόητους λόγους, θα παραταχθεί μπροστά στα αραβικά πλοία, αφήνοντας τους Ρώσους να χτυπούν αργότερα τα τουρκικά. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου θα πλήξει, αλλά δεν θα σταματήσει τον Ιμπραήμ, ενώ η στάση του Σουλτάνου, ενθαρρυνόμενη από την “φιλική” αγγλογαλλική πολιτική, θα δημιουργήσει ένα ακόμα πιο ρευστό τοπίο μετά τη ναυμαχία.
Ο Ιμπραήμ θα συνεχίσει το εγκληματικό του έργο, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Ο Codrington θα κλείσει συμφωνία αποχώρησης του Ιμπραήμ με τον Πασά της Αιγύπτου (πατέρα του Ιμπραήμ) και μετά τα μέσα του 1828 θα αρχίσει η αποχώρηση του τουρκοαιγυπτιακού στρατού, ενώ λίγο πριν έχει αφιχθεί ο γαλλικός στρατός του Maison. Οι Γάλλοι θα παραθέσουν τιμητικά γεύματα στον Ιμπραήμ, αυτός θα επιθεωρήσει τα γαλλικά στρατεύματα και θα πάρει ακόμα και κατά την αποχώρησή του γυναικόπαιδα για τα σκλαβοπάζαρα του Καΐρου.
Η “φιλελληνική” αγγλική πολιτική, όχι μόνον φρόντιζε με επιμέλεια τη σχέση της με το Σουλτάνο, αλλά δεν κατόρθωσε να περιλάβει ούτε στη συνθήκη αποχώρησης του Ιμπραήμ έναν αυστηρά διατυπωμένο ανθρωπιστικό όρο. Γενοκτονία και “πρόοδος” συμβαδίζουν περίεργα στην ελληνική παραδοσιακή ιστορία. Η Γαλλία από την άλλη πλευρά, αφού χαριεντιζόμενη με τον Ιμπραήμ πήρε τη θέση του, στη συνέχεια προέβη σε μια παρωδία απελευθέρωσης των φρουρίων της δυτικής Πελοποννήσου, όπου οι Γάλλοι δεν έκαναν επίθεση και οι Τουρκοαιγύπτιοι δεν αμύνονταν (απόλυτος ήταν ο αγγλικός όρος να μην ριχθεί ούτε μια τουφεκιά εναντίον του Σουλτάνου).
Ενώ οι κυβερνήσεις Αγγλίας και Γαλλίας πέφτουν λόγω του Ναυαρίνου, το μετά το Ναυαρίνο σκηνικό επιβεβαίωσε με τον πιο κωμικοτραγικό τρόπο την ανομοιογένεια της τριμερούς συμμαχίας.
Η Ρωσία, όπως δήλωνε από το 1826 και όπως έδειχνε από το 1825, θα επιτεθεί τελικά εναντίον της Πύλης το 1828 με δυο στρατιές, η μια από τις παρίστριες ηγεμονίες, η δεύτερη από τον Πόντο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι τρεις σύμμαχοι συναντώνται για διαπραγματεύσεις στον Πόρο (καλώντας και την Πύλη!). Στη συνέχεια, υπογράφουν στο Λονδίνο (αρχές του 1829) πρωτόκολλο αυτονομίας των Ελλήνων με βόρεια χερσαία σύνορα τη γραμμή Άρτα-Βόλος. Η Πύλη αρχίζει τις συζητήσεις και τις μικρές παραχωρήσεις, αρνείται όμως να αναγνωρίσει τα συμμαχικά πρωτόκολλα.
Η πρώτη ρωσική στρατιά υπό τον Ντίμπιτς θα φτάσει και θα σταματήσει τον Αύγουστο του 1829 στην Ανδριανούπολη. Το ενδεχόμενο κατάρρευσης των Οθωμανών ανεβάζει την γαλλική και τη βρετανική ανησυχία στο κατακόρυφο. Οι Γάλλοι, θέλοντας πάντα να υπερκεράσουν τους Άγγλους, θα καταθέσουν στον τσάρο Νικόλαο μυστικό σχέδιο διανομής των εδαφών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Από την άλλη πλευρά, οι Άγγλοι είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν ελληνικό κράτος με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, φτάνει να μην πέσει αυτή στα χέρια των Ρώσων.
Όμως για άλλη μια φορά ο αγγλογαλλικός ανταγωνισμός θα μετουσιωθεί σε μια άτυπη συμμαχία, έναντι του κοινού εχθρού που λέγεται “Ρωσία”. Στην περίπτωση αυτή, την αφορμή θα την δώσουν οι ίδιοι οι Ρώσοι. Η Πύλη θα συνθηκολογήσει το Σεπτέμβριο του 1829, αναγνωρίζοντας και την αυτονομία των Ελλήνων όπως την είχαν υπογράψει οι τρεις δυνάμεις λίγους μήνες πριν, ο πόλεμος θα σταματήσει, η Ιουλιανή συνθήκη θα εκπληρωθεί και οι Ρώσοι θα αποσυρθούν.
Τι έκανε εν τέλει η Ρωσία; Έδρασε μέσα στο πλαίσιο της Ιουλιανής Συνθήκης; Έδρασε μέσα στο πλαίσιο των Ρωσοτουρκικών διαφορών που υπήρχαν από το 1821 και είχαν διευθετηθεί από την καταστρατηγημένη -μετέπειτα- συνθήκη του Άκκερμαν (1826); Η κρίσιμη – ρευστή κατάσταση έδινε την δυνατότητα στην Ρωσία να επικαλεστεί κάποια από τις δυο εκδοχές ή και τις δυο ταυτόχρονα. Και οι άλλοι δυο σύμμαχοι πώς έβλεπαν την κατάσταση; Πώς αντέδρασαν; Η κρισιμότητα του ζητήματος και η ανταγωνιστική δραστηριότητα θα φτάσει σε τέτοια επίπεδα πολιτικών δράσεων και αντιφάσεων, ώστε το 1828 ο Μέττερνιχ θα πει σωστά ότι “ποτέ η Ευρώπη δεν παρουσίαζε ένα τέτοιο μπέρδεμα” και θα σχολιάσει σαρκαστικά την σχέση των τριών δυνάμεων με την Πύλη: Η Ρωσία είναι ταυτόχρονα εμπόλεμη και μεσολαβήτρια. Η Γαλλία είναι φιλικώς εχθρική, μεσολαβήτρια και ουδέτερη. Η Αγγλία είναι φιλική, σύμμαχος των εχθρών της Πύλης,συνεργάτης της φιλικής εχθρότητας, ουδέτερη σε ορισμένα σημεία της συμπλοκής και ηθικώς δεσμευμένη σε άλλα σημεία. Η Πύλη, λίγο πριν το Ναυαρίνο και ο Ιμπραήμ, λίγο μετά το Ναυαρίνο, θα σημειώσουν τις ίδιες αντιφάσεις.
Καθώς η διεκδίκηση των Ρώσων τερματίζεται το 1829, η συνέχεια θα κριθεί με βάση την σχέση 2:1 μέσα στην τριμερή συμμαχία.
Το 1830 η Αγγλία επιβάλλει τελικά τον περιορισμό των συνόρων της Στερεάς Ελλάδας και η ανεξαρτησία που υπογράφεται, απομακρύνει το ενδεχόμενο Ρωσικής επιρροής στο νέο κράτος.
Όμως, η επιλογή του ηγεμόνα δεν ευδοκιμεί. Ο Λεοπόλδος του Σαξ-Κομπουργκ παραιτείται πριν αναλάβει και η αγγλογαλλική ανησυχία αυξάνει, αφού οι αγγλογάλλοι συνεχίζουν να έχουν απέναντί τους τον Κυβερνήτη.
Το 1831 κορυφώνονται οι ανταρσίες εναντίον του Καποδίστρια, που τροφοδοτούνται από την ίδια αναλογία επιρροής εντός του κράτους.
Τη δολοφονία του Καποδίστρια ακολουθεί περίοδος αναρχίας με εμφύλια σύρραξη, αντίστοιχη προς τη γνωστή αναλογία 2:1 (Μαυροκορδάτος, Κωλέττης – Αυγουστίνος Καποδίστριας και μετά Κολοκοτρώνης).
Το έθνος που δεν πρόλαβε να επουλώσει τις πληγές του εμφυλίου και του Ιμπραήμ ξανακυλάει σε χαώδη κατάσταση. Η εξωτερική προπαγάνδα έχει πλέον εδραιωθεί και στο εσωτερικό. “Οι Έλληνες είναι αδύνατον να αυτοκυβερνηθούν”, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η επιλογή ενός ξένου / χριστιανού μονάρχη που να μην είναι Άγγλος, Γάλλος ή Ρώσος.
Η επιλογή του Όθωνα δεν ήταν, παρά λύση ανάγκης για τους Αγγλογάλλους, κάτι που θα επιβεβαιωθεί και αργότερα. Οι ωρυόμενοι “συνταγματικοί”, περιέργως θα ηρεμήσουν επί αντιβασιλείας και βασιλείας Όθωνα, ενώ η πολιτική των δανείων θα συνεχιστεί. Μέχρι να ενηλικιωθεί ο Όθωνας, η αντιβασιλεία (2:1 κι αυτή) θα πετύχει τους δυο βασικούς στόχους της: α) δημιουργία ανεξάρτητης από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Ελλαδικής Εκκλησίας και υπαγωγή της στη διοίκηση του κοσμικού ηγεμόνα, σύμφωνα με το δυτικό πρότυπο, β) δίωξη του ηγετικού στελέχους της ρωσικής παράταξης και καταδίκη του σε θάνατο (θα μετατραπεί άμεσα σε φυλάκιση 20 ετών), ώστε να απονεκρωθεί η δραστηριότητά της.
Η “ανεξάρτητη δικαιοσύνη” του δυτικού κράτους-πρότυπου θα εμφανιστεί στο ελληνικό κράτος-βρέφος ως η απόλυτη φαρσοκωμωδία και ο Κολοκοτρώνης θα περάσει σχεδόν δυο χρόνια στη φυλακή, πριν ο ενηλικιωμένος Όθων τον αποφυλακίσει, δίνοντάς του χάρη.
Με την επιβολή της δραχμής, με την επιβολή της καθαρεύουσας, κυρίως όμως με τον ασφυκτικό έλεγχο της θρησκείας, θα δημιουργηθεί ένα κράτος, το έθνος του οποίου θα υποχρεωθεί να αναγνωρίζει τον παππού του και να αρνείται τον πατέρα του.
Η μάχη που δόθηκε εντός της Επανάστασης και η αγγλογαλλική πολιτική η οποία συνέχισε να καθοδηγεί το κράτος, στόχευαν στον προσδιορισμό του πολιτισμού, στην μονοδιάστατη δηλαδή σήμανση του όρου “Έλληνας”.
Εργαλείο για την μακροημέρευση του κράτους-δυνάστη του Ελληνικού Έθνους υπήρξε πάντα η οικονομική υποτέλεια. Όταν το κράτος κατόρθωνε να ανασάνει και να δημιουργήσει πλούτο, όταν δηλαδή η ανεξάρτητη πολιτική αποκτούσε προοπτική, κάποια μεταβολή, κάποια καταστροφή το υποχρέωνε σε νέο δανεισμό. Έναν δανεισμό που επιδιώχθηκε έξωθεν μετά τον Δράμαλη και υποστηρίχθηκε από εγχώριες δυνάμεις. Έναν δανεισμό που αποτελεί παρακολούθημα του πολιτισμικού διακυβεύματος και μέσο για την επιβολή του.
Η ναυμαχία του Ναυαρίνου είναι το ιστορικό σημείο στο οποίο καταγράφεται η πρεμούρα της πλειοψηφίας των δυνάμεων που σπεύδουν φανερά να διορθώσουν την πορεία ενός ελληνισμού που εκτρέπεται από τη νεωτερικότητα.
Ως προς το ίδιο το Ναυαρίνο, η Αγγλική εκδοχή της “τυχαία προκληθείσας” ναυμαχίας στόχο είχε α) την διατήρηση της εικόνας συμμάχου της Βρετανίας προς την Πύλη, β) τον εξευμενισμό της εσωτερικής αντιδρώσας μερίδας των Τόρις.
6. Το διακύβευμα της Επανάστασης του 1821 όπως αυτό προκύπτει από τα γεγονότα της περιόδου 1827-29
Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με τον πολλαπλώς ερμηνευμένο στόχο της Επανάστασης, αλλά με το διακύβευμά της, όπως αυτό προκύπτει από την μάχη επικράτησης που έδωσαν Ρώσοι και Αγγλογάλλοι. Η δημιουργία ενός ελληνικού κράτους που θα συμπεριλάμβανε την Κωνσταντινούπολη αποδεικνύεται πόσο σημαντικό θέμα θεωρήθηκε για τον τομέα εμπόριο-οικονομία, και μόνον από το γεγονός του πόση μάχη δόθηκε για ένα κράτος κατά πολύ μικρότερο, πόση αντίσταση προβλήθηκε στο να μη συμπεριληφθεί η προσοδοφόρα Κρήτη. Συνολική αποτίμηση για το πολιτισμικό ζήτημα δεν θα γίνει εδώ, αφού εκκρεμεί η εξέταση άλλων στοιχείων, όμως είναι ήδη φανερό ότι αυτό ήταν ένα εξαιρετικά σημαντικό θέμα.
Πέτυχε η Επανάσταση; Αυτό απορρίπτεται ως συνολική άποψη ακόμα και από τους σημερινούς νεωτερικούς ιστορικούς. Φυσικά, αυτοί αναγκαζόμενοι να εντοπίσουν την εξάρτηση, αποφαίνονται ότι υπάρχει μια “αποτυχία” εντός της μεγάλης “επιτυχίας”, όπου για την τελευταία υπεύθυνοι είναι οι εκσυγχρονιστές του 1821, ενώ για την πρώτη υπεύθυνοι είναι όλοι οι Έλληνες. Η παράδοση σύμφωνα με την οποία η Επανάσταση μέσω Ναυαρίνου οδηγήθηκε από το χείλος της αβύσσου στην επιτυχία, σαφώς προκύπτει από την ιστορία των νικητών και στοχεύει
- στην ανάγκη να εμπεδώσουν οι Έλληνες ότι επιτυχία δεν υπάρχει, αν αυτοί “ενεργήσωσι μόνοι των”
- στην ανάδειξη της αναγκαιότητας του ξένου παράγοντα και στην εμπέδωση ότι ξένος παράγων είναι κατά τα 2/3 ο δυτικός παράγων
- στην ανάγκη να υποβαθμιστεί κατά το δυνατόν περισσότερο η σημασία του ρωσικού παράγοντα και του ρωσοτουρκικού πολέμου του 1828-29
Το 1825 η Οθωμανική αυτοκρατορία αντιμετωπίζει σε ρόλο κομπάρσου την Επανάσταση με μια (ουσιαστικά) ξένη δύναμη. Κατά συνέπεια, οι διεθνείς παίκτες της Ελληνικής Επανάστασης περνούν από το παρασκήνιο στο προσκήνιο. Η Γαλλία κάνει την εμφάνισή της ως ανταγωνίστρια-σύμμαχος της Αγγλίας, η Ρωσία που εμφανίζεται στον Ελλαδικό χώρο λίγο αργότερα, είναι αυτή που έχει προκαλέσει την κινητοποίηση. Αγγλία και Γαλλία προσπαθούν με κάθε τρόπο να εμποδίσουν έναν ρωσοτουρκικό πόλεμο, δηλαδή την ολοκληρωτική κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την λύση του Ανατολικού ζητήματος με τρόπο μη συμφέροντα για τους ίδιους· ενός ζητήματος που τέθηκε στη διάρκεια 1770-1810 από την Ρωσία, την Αυστρία και τη Γαλλία σε διαφορετικές στιγμές και με διαφορετικούς συσχετισμούς.
Υπό την έννοια αυτή, επαναλαμβάνεται το αποσιωποιημένο από την παραδοσιακή ιστορία σκηνικό του 1821 και το 1826 η Επανάσταση μοιάζει να ξαναρχίζει από το ίδιο σημείο. Η Ρωσία δραστηριοποιείται και δυο χρόνια μετά, Έλληνες και ξένοι αγωνιούν και συνεχώς ρωτούν αν οι Ρώσοι “πέρασαν τον Προύθο”. Το 1828-29 δεν έχουμε Επανάσταση στο μεγαλύτερο μέρος του Οθωμανικού κράτους (κάτι που σχεδιαζόταν να γίνει το 1821), έχουμε όμως την πλήρη υλοποίηση του πρώιμου σχεδιασμού: τον ρωσοτουρκικό πόλεμο. Μόνον που αυτός ο σχεδιασμός το 1819 είχε σχεδόν αποκλειστεί, ως συναπαιτούμενο της εξέγερσης, οπότε από το 1821 η πολιτική της Επανάστασης επιδιώκει να φέρει σε αντιπαράθεση την Ρωσία με την Πύλη, λόγω της σφαγής των χριστιανών και της καταστροφής των εκκλησιών.
Ένα ακόμα συμπέρασμα βγαίνει από τα γεγονότα. Παρά τον τεράστιας έντασης εσωτερικό πόλεμο, την εκ των έξω υπονόμευση και την αδυναμία επικράτησης της Επανάστασης σε όλο τον χερσαίο ελλαδικό χώρο, οι Έλληνες έχουν νικήσει κατά κράτος με ίδιες δυνάμεις και με χαρακτηριστική ευκολία την Οθωμανική αυτοκρατορία, επιβεβαιώνοντας το εφικτό του άτυπου καταστατικού της Φιλικής Εταιρίας (δια να ενεργήσωσι μόνοι των …;), αποδεικνύοντας πόσο απαραίτητα ήταν τα ψέματα του Παπαφλέσσα και των άλλων εταιριστών το 1821, πόσο ορθός ήταν ο πολιτικοστρατιωτικός σχεδιασμός της Εταιρίας: οι Έλληνες ξεκινούν μόνοι τους, η Ρωσία συνεπικουρεί και ο ανταγωνισμός μεταξύ των ξένων δυνάμεων θα δράσει καταλυτικά υπέρ των Ελλήνων. Ακόμα και όταν η αποδιοργανωμένη και αλληλοσπαραγμένη Επανάσταση θα αντιμετωπίσει νέο εχθρό, τον αραβικό στρατό με την ευρωπαϊκή οργάνωση, ακόμα κι εκεί θα κατορθώσει να αντισταθεί, και μέσω του φρονήματος και μέσω του κλεφτοπολέμου.
Ως προς τα συμπεράσματα, δεν έχει νόημα να κάνουμε υποθέσεις τι θα γινόταν αν ο Καραϊσκάκης τελείωνε το έργο του στην Αττική και μεταφερόταν στην Πελοπόννησο, αν ο Κουντουριώτης δεν είχε αποτύχει τόσο οικτρά. Μπορούμε όμως εύκολα να δούμε τι σήμαινε η διαρκής, απάνθρωπη-τρομοκρατική τακτική του Ιμπραήμ: αδυνατούσε να επικρατήσει επί δύο χρόνια, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τις επίσημες ευρωπαϊκές αναφορές. Μετά το 1825, η διττή ουσία της τριπλής συμμαχίας θα συγκρουστεί φανερά μέχρι την τελική επικράτηση. Στην πορεία προς αυτήν, θα μεσολαβήσει το ηχηρότατο Ναυαρίνο, εξόχως συμβολικό, αλλά δυσανάλογα αποτελεσματικό, αν λάβουμε υπόψη τον θόρυβο των χιλιάδων εκρήξεών του. Η εκ των υστέρων προσπάθεια να υπερτονιστεί το αποτέλεσμά του, οφειλόταν, πέρα απ’ όλα τα άλλα, και σε λόγους εσωτερικής κατανάλωσης για τις υπερασπίστριες του Σουλτάνου χώρες: την Αγγλία και την Γαλλία.
Η επίσημη, σχολική ιστορία όμως της Ελλάδας θα διδάξει με τον τρόπο της ότι την λύση στο πρόβλημα την δίνουν αυτοί που το δημιούργησαν. Συνεπώς:
Τι συνιστά για τους Έλληνες ο μύθος του “λυτρωτικού” Ναυαρίνου; Ακρογωνιαίο λίθο για την υλοποίηση του δόγματος που έζησαν και ζουν οι Έλληνες, του δόγματος που διασώζεται και ως ρήση του Castlereagh, ο οποίος (στο πλαίσιο της αποικιοκρατικής βρετανικής πολιτικής) έλεγε ότι επιθυμούσε να καταστήσει τους Έλληνες ένα “ξεπεσμένο, άψυχο έθνος” (like the spiritless nations of Hindostan), συνεπώς, “κατά το δυνατόν ακίνδυνο” (as harmless as possible).
Ποιος είναι ο αποτρεπτικός στόχος του μύθου; Να αποβάλουν δια παντός οι Έλληνες το μήνυμα της Επανάστασης που σώζεται και μέσω του Ξάνθου “δια να ενεργήσωσι μόνοι των, ό,τι ματαίως και προ πολλού χρόνου ήλπιζον από την φιλανθρωπίαν των χριστιανών βασιλέων”, μέσω του Κολοκοτρώνη “ό,τι κάμωμε θα το κάμωμε μοναχοί μας και δεν έχομε ελπίδα από τους ξένους”, το μήνυμα που λαμβάνει ως παρακαταθήκη ο Αλέξανδρος Υψηλάντης από τον πατέρα του: “Υιέ μου, μη λησμονήσης ποτέ, ότι οι Έλληνες μόνον εις εαυτούς τους πρέπει να στηρίζωνται, όπως γίνωσιν ελεύθεροι”.
Η παραδοσιακή ιστορία διέσωσε ένα σημαντικό κομμάτι του ηρωισμού και του νοήματος της Επανάστασης, μέσα στο πλαίσιο της ισορροπημένης αφήγησης των νικητών, που στόχευε στην ισχυροποίηση του εθνικισμού, αφού αυτός είχε ρόλο σημαντικό να επιτελέσει στη σκακιέρα “Ανατολικό ζήτημα – Βαλκανοποίηση”. Επειδή από καιρό κρίθηκε ότι το έθνος-κράτος έχει εξαντλήσει το ρόλο του, γίνεται προσπάθεια να απαλειφθεί η σχετική ισορροπία, εξ ου και η αυξημένη δόση συκοφαντιών και περαιτέρω στρεβλώσεων. Η ιστορική παραχάραξη είναι δίκοπο μαχαίρι και στην περίπτωση αυτή μας διευκολύνει να προσεγγίσουμε τον ορισμό του ελληνικού πολιτισμού.
Η πολιτική μάχη που εκφράζεται μέσα από τη χρήση της ιστορίας και συνεχίζεται ακατάπαυστα έως σήμερα, αφορά στις διαφορετικές ερμηνείες της ταυτότητας των επαναστατών, δηλαδή στον πολιτισμό του έθνους, άρα στον ίδιο τον ορισμό του έθνους.
Εφόσον δεχθούμε ότι όλος ο αγώνας επικράτησης από το 1821 αφορούσε στο ίδιο θέμα, τότε δεν είναι καθόλου άξιο απορίας γιατί από το 1825 το Ελληνικό Ζήτημα γίνεται το κορυφαίο γεγονός σε παγκόσμιο επίπεδο. Μια προσεκτική παρατήρηση όλων των γεγονότων, πιθανόν να δείξει ότι το Ελληνικό ζήτημα ήταν τέτοιο, πριν ακόμα εκδηλωθεί η Επανάσταση.
Δείτε το βίντεο (44 λεπτά)